Απαραίτητη επανάληψη προλόγου από την ανάρτηση με τίτλο (Θραύσματα Μιας Αξέχαστης Πατρίδας) που δημοσιεύθηκε στο blog στις 19 Απριλίου 2021:
Πρόλογος:
"Νομίζω ότι αρκετά νωρίς (15-16 ετών) άρχισα να αναρωτιέμαι για αυτό που στο σχολείο μάς μάθαιναν ως "πατρίδα".
Η πατρίδα είναι σίγουρα
μια επιβαλλόμενη από άλλους αφαίρεση, αλλά για ΄μένα (φυσικά όχι μόνο
για μένα) είναι μια ζώσα πραγματικότητα που ξετυλίγεται μπροστά σου στα
παιδικά και (μετά)εφηβικά χρόνια είτε τον χρόνο που τα βιώνεις είτε
αντιλαμβανόμενος αργότερα τη σημαντικότητά των χρόνων αυτών και των
εμπειριών που κουβαλούν.
Φυσικά, δεν το κατάλαβα αυτό ακριβώς
έτσι τότε.
Αυτό έγινε μετά από χρόνια.
Όμως, σε εκείνη την ηλικία άρχισε μια
αμφισβήτηση που κράτησε χρόνια.
Είμαι σίγουρος ότι όλες και όλοι μας
έχουμε αυτές τις αναμνήσεις, που είναι ισχυρές και όσο μεγαλώνουμε μάλλον
ισχυροποιούνται στο μυαλό μας και συνιστούν μια αθώα, αυθεντική
χρονική περίοδο. Δεν ισχυρίζομαι ότι στα αλήθεια είναι αυθεντική και αθώα, όμως
έτσι την εχω στο μυαλό μου.
Αυτό, μάλλον συμβαίνει γιατί μεγαλώνω
(ενώ δεν θέλω), ενώ τότε ήμουν μικρός και ήθελα να μεγαλώσω.
Οι εμπειρίες, οι μυρωδιές, οι
λέξεις-φράσεις, οι δρόμοι, τα στενά, η χαζομάρα και τα αδιέξοδα αυτών των
χρόνων είναι μάλλον μια σίγουρη πατρίδα.
Τα καταγράφω χρονικά και
θεματικά μάλλον μπερδεμένα.
Τα καταγράφω όπως μου έρχονται στο μυαλό και σίγουρα δεν είναι όλα."
Τέλος Προλόγου
Οι άσκοπες βόλτες στη γειτονιά, Κολιάτσου-Αμερικής-Άγιος Λουκάς και πάλι το ίδιο. Φάνηκε εκ των υστέρων ότι υπήρχε σκοπός: δημιουργήθηκαν ανεξίτηλες (;) αναμνήσεις.
Η πάντα
αξιοπερίεργη Φυλής για πολλούς και διάφορους λόγους.
Το μονό
κασετόφωνο ΑΚΑΙ.
To Μουσικόραμα και το Μεταλουργείο.
Καταστάσεις αποτελεσμάτων Πανελληνίων Εξετάσεων, σχολική χρονιά 90-91, 8ο Λύκειο Αθηνών.
Κάποιος έχει
σημειώσει με στυλό το όνομα του Η.Δ. (δεν είχε δώσει καν Πανελλήνιες) στους
εισακτέους:
"Πολυτεχνείο-Σχολή
Πυρηνικών Υδραυλικών".
Ο παραπάνω "πυρηνικός-υδραυλικός" Η.Δ. είχε μια περίεργη συνήθεια. Όταν δεν έκανε κοπάνα
εξαρχής, αλλά ήθελε να βγει π.χ. στη μέση του μαθήματος, γρονθοκοπούσε ξαφνικά,
στακάτα και βίαια το πρόσωπό του, και συγκεκριμένα τη μύτη του, άρχιζε η αιμορραγία
κι έτσι έβγαινε έξω, από όπου φυσικά δεν επέστρεφε.
Ο Χ. Γ. στην οδό
Πάτμου. Ένα καλοκαίρι το περάσαμε σχεδόν κάθε μέρα μαζί στο σπίτι του (και
εκτός αυτού) με μουσικές, ποτά, πάρτυ.
To διπλό
κασετόφωνο, στο Γυμνάσιο, μιας άγνωστης μάρκας.
Το ξυπνητήρι του
διπλού κασετοφώνου, που χτύπησε μία και μοναδική φορά στους ρυθμούς του "Angel Of
Death" των Slayer. Μετά από άγριο τσακωμό εκείνο το πρωί με τον αδερφό μου
(μεγαλύτερο στην ηλικία), ακροατή Άντζελας Δημητρίου, ΛΕ.ΠΑ. κ.ο.κ., τα... περίεργα
ξυπνητήρια σταμάτησαν.
Είχε δίκιο.
Το Ρόδον και το
Σπόρτινγκ.
O Γ. από τη
Θεολογία, καλός φίλος και συζητητής από τους Αγίους Αναργύρους. Χαθήκαμε.
Το ηλεκτρονικό
παιχνίδι Raiden (αν θυμάμαι καλά) με την κόκκινη και μπλε δύναμη. Πάντα έπαιρνα
τη μπλε και ο Κ. την κόκκινη. Τα χέρια μας έβγαλαν κάλους (δεν θέλω σχόλια).
Η Μαυροματαίων
και η Αλεξάνδρας.
Οι συζητήσεις με
τον Αιγύπτιο περιπτερά στην Πατησίων, πάνω ακριβώς από τη Σκαλιστήρι. Η
πανέμορφη κόρη του.
Πρώτη ή Δευτέρα Λυκείου,
ο Σ.Β από την "Κ.Ν.Ε. Πατησίων" και το δώρο του: ένα βιβλίο του Μαρξ, τι άλλο;
Κολιάτσου-Ζωγράφου
για το Φ.Π.Ψ. με τρόλεϊ από Λυσσιατρείο και λεωφορείο από Ακαδημίας, σαν
σαρδέλες στην κονσέρβα.
Τα τρόλευ 3, 5, 11, 13.
Το ακορντεόν ή φυσαρμόνικα ή διπλό λεωφορείο 608.
Τα σαββατόβραδα
στη Φωκίωνος με τον Κ. πριν τις βουλευτικές εκλογές.
Ο συμφοιτητής Θ.
από το Χαϊδάρι και τα ανεβοκατεβάσματα στη σχολή με τη μηχανή του.
Η Ακαδημίας και
η Πανεπιστημίου την ημέρα.
Η Σταδίου το
βράδυ.
Η Ιπποκράτους
και τα Χαυτεία.
Οι ωραίες
συζητήσεις με την συμφοιτήτρια Κ.
Η Γ. από τη
Φιλοσοφική.
Το κυλικείο της
Φιλοσοφικής.
Δαπίτες και Δαπίτισες στη Φιλοσοφική τη μέρα του Αγίου Βαλεντίνου. Ακροβολίζονταν στις εισόδους και μοίραζαν προφυλακτικά και… άνθη.
Η προφορική
εξέταση από τον Λιαντίνη, μεσημέρι, με ουίσκι και κλασική μουσική. Θ., το
περάσαμε!
Ο Κωσταράς και ο
Βέϊκος, καθηγητές φιλοσοφίας. Ένα από τα θέματα του δευτέρου σε εξεταστική: "Απ’ έξω κούκλα, από μέσα πανούκλα. Σχολιάστε το".
Καμία τύχη…
Ο συμφοιτητής Η. με το αμπέχονο και την τρέλα του με τον Hendrix και τα blues.
Ο συμφοιτητής Β. στα Θυμαράκια, γκουρού της
τεχνολογίας.
Η Σ.Α.Φ-Κ.ΑΡ.ΦΙ.
Το καφενείο
απέναντι ακριβώς από την είσοδο του νεκροταφείου στου Ζωγράφου, χειμώνα, με
ωραίο νες, τσιγάρα και συζητήσεις περί παντός επιστητού.
Οι εξορμήσεις με την Γ. και τον Κ. στη Γλυφάδα για πίτσα.
Αθάνατο Renault… μάς πήγες παντού.
Η δουλειά, ως
φοιτητής, σε ταξιδιωτικό γραφείο στην Πανεπιστημίου. Γυρνούσες όλη την Αθήνα με
τα πόδια, όμως ήσουν 19 χρονών και δεν κουραζόσουν ποτέ.
Τα σαββατόβραδα
στο γραφείο αυτό με τον Γ. και τον Κ. μερικές φορές: Οινοποσίες, μπυροποσίες,
τηλεφωνικές φάρσες και μετά έξοδος.
Η είσοδος της IBM,
νομίζω στη Φιλελλήνων. Έπεσα με τα μούτρα επάνω της, αφού νόμιζα ότι η γυάλινη
πόρτα ήταν ανοικτή κι έτσι δεν την είδα ως κλειστή ("Το Azax τα κάνει αόρατα"). Οι σεκιουριτάδες εντός του κτιρίου πρέπει να γελούσαν για πολλές μέρες.
Οι φοβερές ιδέες
του Γ.Β. που ποτέ κανείς δεν ακολούθησε, ούτε καν ο ίδιος.
Σάββατο βράδυ. Μετά από εξευτελιστικό μεθύσι στο Μ.Κ. (νομίζω ότι γιόρταζε κάποια επέτειό του και κέρναγε ποτά ως το θάνατο) ψάχνουμε με τον Κ. το αυτοκίνητο, αλλά δεν το βρίσκουμε. Συνεχίζουμε να ψάχνουμε, μα η ώρα περνάει…
Εμμανουήλ Μπενάκη, ο Κ. κουρασμένος και νευριασμένος αρχίζει να χτυπάει τα ετοιμόρροπα παραθυρόφυλλα ενός εγκαταλελειμμένου κτιρίου. Ακούγονται φρένα, σταματάει ασφαλίτικο.
Βγαίνουν δύο μπάτσοι, ένας μεγάλος σε ηλικία, χαμογελαστός, ένας μικρός σε ηλικία, καυλωμένος και βαρύς. Μικρή κουβέντα με ερωτήσεις του στυλ "τι κάνετε εδώ;" κι άλλα τέτοια ωραία. Ο πολλά βαρύς και καυλωμένος ζητάει ταυτότητα. Ο Κ., φαντάρος τότε, δεν έχει μαζί του και αντιπροτείνει στον μπάτσο να τη φέρει από το σπίτι του (10 χιλιόμετρα μακριά). Ο βαρύς... βαραίνει ακόμα περισσότερο, ο χαμογελαστός σκάει ένα πονηρό χαμόγελο και ο Κ. πετάει ατάκα μεταξύ θεατρικού μονολόγου και εισαγωγής ντοκιμαντέρ: "Μην ανησυχείτε. Στον αιώνα της ταχύτητας, όλα κοντά είναι".
Ο χαμογελαστός γίνεται εντελώς ξεκαρδιστικός. Ο βαρύς μένει... παγωτό. Μάς αφήνουν και φεύγουμε.
Το Livάδικο Hi Hat
πίσω από το Hilton.
Σκηνή
Σαββατόβραδου μετά το Hi Hat.
Mέσα στο
αυτοκίνητο ο Κ., η Σ., η Λ. κι εγώ. Οδηγεί ο Κ. Βγαίνουμε Βασιλίσσης Σοφίας και
αμέσως μάς σταματάνε για αλκοτέστ. Είμαστε όλοι πιωμένοι σαν να είχαμε φύγει
από γαμήλιο γλέντι. Ο Κ. ανοίγει το παράθυρο ψυχραιμότατος. Ο τροχαίος κάνει την
καίρια ερώτηση: "Έχετε πιεί;". Σκέφτομαι ότι είναι θέμα απειροελάχιστου χρόνου
να μάς δέσουν. Ο Κ. απαντάει άμεσα και χωρίς να κομπιάζει: "Ούτε ένα ποτήρι. Κάντε σε όλους αλκοτέστ".
Προς στιγμήν τα χάνω, γιατί αναρωτιέμαι για την απάντησή του.
Τι διάολο, μαζί δεν
ήμασταν;
Μόνος μου ποτιζόμουν;
Τα ποτά δεν τα
ρίχναμε μέσα μας;
Μήπως τα ρίχναμε
σε γλάστρες;
Όμως πείθομαι,
τον πιστεύω κι ευτυχώς και ο τροχαίος. Τα χάνει, κοιτάει τον Κ. καλά-καλά, εγώ
ιδρώνω και στεγνώνω σχεδόν την ίδια στιγμή, και τελικά εκστομίζει τη
μαγική φράση: "Εντάξει… φύγετε".
Με την Ε. σε πάρτυ. Έχω πιεί όσο δεν πάει. Μένει Περιστέρι. Φεύγουμε από Παγκράτι και τη
γυρίζω σπίτι της. Μάς περνάει μπροστά από την Διεύθυνση Τροχαίας Αττικής στην οδό Δηληγιάννη. Φυσικά, μάς σταματάνε για αλκοτέστ. Η Ε. με κοιτάει κάτασπρη και καταλαβαίνω
μέσα από τα χείλη της τη φράση κλειδί: "τη γαμήσαμε, συγγνώμη". Προτάσσεται το
φυσητήρι, φυσάω και ακούω από τον τροχαίο: "Εντάξει κύριε, μια χαρά, μπορείτε να
φύγετε".
Αρχίζω να
πιστεύω στα θαύματα.
Πάρκινγκ του
πρώτου νεκροταφείου, χώρος ερωτικών συνευρέσεων. Απόλυτη Ησυχία, Νεκρική Σιγή. Κανείς δεν
μιλούσε.
Το Half Note.
To Κύτταρο.
Το Rodeo.
Ο Μ. με το
ψιλικατζίδικο στη Φιλαδελφέως, πάντα
πιωμένος.
Ο "Αγγελίδης" στην Πατησίων.
Το Θέατρο
Καλουτά.
Το κυνήγι από
Χρυσαυγίτες στο Θησείο, 1989.
Η Νίτσα
Τσαγανέα, η γειτόνισσα στην κούρμπα της οδού Ουίλιαμ Κινγκ, η ευγένειά της, τα μπουκάλια κρασί που αγόραζα για εκείνη και την
κόρη της (νομίζω) από παρακείμενο ψιλικατζίδικο.
Ο Ανδρέας
Φιλιππίδης με τη Λίλλη Παπαγιάννη, κάτοικοι της οδού Πάτμου, καθημερινή βόλτα
με το σκυλάκι τους.
Ο φούρνος του
Πετρόπουλου στην οδό Νικοπόλεως.
Το φροντιστήριο
του Βραχνού στην οδό Νικοπόλεως. Τα χοντρά διαφημιστικά στυλό του. Τόσο χοντρά, που
τα ονομάσαμε "Δονητές Βραχνός".
Η οργάνωση
Ο.Ε.Π. (Ομοσπονδία Ελλήνων Πεοπαικτών) και το καταστατικό της.
Ο Γιοκαρίνης
στην Πλατείας Αμερικής.
Ο Κοροβέσης σε μπαρ
στην Πατησίων.
Στούντιο στη Μηθύμνης,
στην πλατεία Αμερικής, που νομίζω ότι ηχογραφούσε ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου.
Ο Άσιμος με τις
κασέτες του έξω από το Πολυτεχνείο.
Τα διάφορα
φροντιστήρια στην Κάνιγγος.
Το μπιλιαρδάδικο
στην οδό Φιλαδελφέως και η ασχετοσύνη μου περί του μπιλιάρδου. Εγώ μόνο καφέ και τσιγάρο.
Το αυτοσχέδιο ποδόσφαιρο στο δρόμο, επί της οδού Αιλιανού, καλοκαίρι απογεύματα. Όταν η μπάλα χτυπούσε πάνω στη σιδερένια, συρόμενη πόρτα του γκαράζ του "Μουσάτου", τρέχαμε πανικόβλητοι μη μάς δει και μάς βρίσει. Χρόνια πίστευα ότι "Μουσάτος" ήταν το επιθετό του, ενώ τον φωνάζαμε έτσι για προφανείς λόγους: "Πάμε παιδιά, έρχεται ο Μουσάτος".
8ο Λύκειο Αθηνών. Πρωί, ώρα προσευχής, νομίζω
Τρίτη Λυκείου. Αραγμένοι πίσω από το εκκλησάκι των Ταξιαρχών, καπνίζουμε και
πίνουμε καφέ. Είμαστε γύρω στα τριάντα άτομα, κορίτσια και αγόρια, από όλες τις
τάξεις. Δεν καταλαβαίνουμε (δεν ξέρω γιατί) ότι έχει τελειώσει η προσευχή και
ότι όλες οι τάξεις μπαίνουν αργά αλλά σταθερά στις τάξεις. "Σκάνε μύτη" ο επιστάτης
μαζί με τη Λυκειάρχισσα. Περνάμε όλοι από το γραφείο των καθηγητών, γραφόμαστε
ποινολόγιο και τηλεφωνούν στους γονείς μας. Κάτι που κάναμε κάθε μέρα, μάς
βγήκε ξινό.
Στο Mοναστηράκι
αγορά αρβυλών.
Τα σαββατιάτικα
βολταρίσματα στα δισκάδικα Happening, Rock City, Δισκάδικο Της Αθηνάς, Metropolis,
στα δισκάδικα στο Μοναστηράκι, συνήθως με τον Κ.
Η έφοδος στη
Φυτευτή στο διάλειμμα των αγγλικών.
Το "Μπι ντε
Μπί", μπασκετικός όρος. Όποιος-α βρει τι σημαίνει, του κάνω δώρο μια μπάλα μπάσκετ
molten.
22ο Δημοτικό
Αθηνών. Γέμισμα με χαρτιά, πλαστικών, μικρών μπουκαλιών (μάλλον από σοκολατούχο
γάλα) και ποδόσφαιρο.
Αν σε πετύχαινε
αυτή η "μπάλα" στο κεφάλι, ήσουν για εισαγωγή σε εντατική.
Το μπα(γ)κότερμα,
όταν δεν έφταναν οι υποψήφιοι παίκτες ποδοσφαιρικού διπλού. Συνήθως επιλεγόταν
όποιος μπορούσε να είναι και κάπως καλός τερματοφύλακας.
Οι αμπούλες
βρώμας σε εισόδους πολυκατοικιών.
Ο Γ. έρχεται από το σπίτι για να πάμε για καφέ στην Πλατεία Καραμανλάκη. Χτυπάει κουδούνι, ανοίγω, ανεβαίνει. Βλέπω να κρατάει μια… σακούλα.
"Ρε μαλάκα, τι έφερες;" ρωτάω.
"Ωχ, ξέχασα να πετάξω τα σκουπίδια", απαντάει.
Τέλος συζήτησης.
Ο Γ.Κ. (δεινός οδηγός παπακίου και μεγαλύτερος, αφού είχε "μείνει στον τόπο" δύο χρονιές) με το χέρι στο γύψο, Δευτέρα, Λύκειο.
Ερώτηση:
"Γ., τι έπαθες ρε ΄συ";».
Απάντηση:
"Άστα Η.,
μετωπική με νταλίκα".
Τέλος συζήτησης.
Η doperman video.
Ο Γ.Α. δουλεύει
καλοκαίρι (κάπου ΄89 με ΄91) σε περίπτερο επί της οδού Λευκωσίας. Με παίρνει
τηλέφωνο και μου λέει να πάω το μεσημέρι για να πάρω πράγματα για τα παιδιά
(γύρω στα εννιά άτομα) και για ΄μένα, δηλαδή για την παρέα. Εννοούσε τσιγάρα,
σοκολάτες, πουράκια κ.ο.κ. Μου δίνει εντολή να έχω μαζί μου σακούλα σκουπιδιών.
Πηγαίνω. Το αφεντικό μένει στην διαγώνια απέναντι πολυκατοικία. Παίρνει τη
μαύρη σακούλα, τη γεμίζει έως επάνω με ό,τι καπνίζουμε και διάφορα φαγώσιμα μπινελίκια
και μου τη δίνει.
Ακολουθεί ο εξής
διάλογος:
"Όμως, ρε
μαλάκα, δώσε μου κάτι, μην τυχόν είναι το αφεντικό στο μπαλκόνι και μάς βλέπει"
"Τι να σου
δώσω;"
"Ό,τι έχεις ρε..."
Ψάχνομαι και
βρίσκω ένα ΄κατοστάρικο (εννοώ εκατό δραχμές).
Του το δίνω.
Μου απαντάει:
"Περίμενε ρε
μαλάκα, έχεις ρέστα".
Μου δίνει
πεντοχίλιαρο και φεύγω.
Ο Α.
προσπαθώντας να αποδώσει λεκτικά μια φάση, όπου είδε κάποιον γνωστό, ενώ
περπατούσε στην Πατησίων:
"Τον θυμάσαι τον
Λ.;"
"Ναι"
"Με είδε που
ερχότανε".
Τέλος συζήτησης…
… μα όχι (ελπίζω) αναμνήσεων.
Βάλε και τα μπλιμπλίκια στο υπόγειο στην Ακαδημίας με τους 2 γέρους που ο ένας πάντα ξέχναγε να σου δώσει το τελευταίο κέρμα από τη στίβα.Τρελές καταθέσεις.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑρχή Ακαδημίας, όπως την ανεβαίνεις, δεξιά ήταν αυτός; Θυμάσαι;
ΑπάντησηΔιαγραφήΈχω διαβάσει και το 1 και το 2 και επειδή και εγώ Πατήσια έχω γεννηθεί και μεγαλώσει και έχω και εγώ πολλές αναμνήσεις μου δημιουργείς ωραίες εικόνες.. να σε καλά είχα γράψει σχόλιο και πέρσι αν θυμάμαι καλά
ΑπάντησηΔιαγραφήναι, το θυμαμαι, και σου ειχα προτείνει να μου στείλεις ενα mail να τα πουμε απο κοντά. Που ξέρεις, μπορεί να γνωριζόμαστε κιόλας. Αν θελήσεις, στείλε.
ΑπάντησηΔιαγραφή