Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2009

ΕΞΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ...


Αποσπάσματα απο το βιβλίο
"Προς Υπεράσπιση του Αναρχισμού (Η σύγκρουση μεταξύ Εξουσίας και Αυτονομίας)" 
Εκδόσεις "Ελευθεριακή Κουλτούρα"
του Καθηγητή Φιλοσοφίας και Αφροαμερικάνικων σπουδών στο πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης Robert Paul Wolff.


Η έννοια της Εξουσίας

Το κράτος είναι μια ομάδα ατόμων που κατέχουν και ασκούν την υπέρτατη εξουσία σε ένα δεδομένο έδαφος.

Πιο συγκεκριμένα, πρέπει να πούμε ότι το κράτος είναι μια ομάδα προσώπων που είτε κατέχουν την υπέρτατη εξουσία σε ένα δεδομένο έδαφος, είτε την ασκούν επί ενός συγκεκριμένου πληθυσμού.
Το διακριτικό χαρακτηριστικό του Κράτους είναι η υπέρτατη εξουσία, ή αυτό που οι πολιτικοί φιλόσοφοι συνηθίζουν να λένε "κυριαρχία". 
Η εξουσία είναι το δικαίωμα να διατάζεις και αναλόγως, το δικαίωμα να σε υπακούν.
Πρέπει να διακριθεί από τη δύναμη, η οποία είναι η ικανότητα να υποχρεώνεις σε συμμόρφωση, είτε μέσω της χρήσης, είτε μέσω της απειλής βίας.
Όταν δίνω το πορτοφόλι μου σε ένα κλέφτη που με απειλεί με ένα όπλο, το κάνω γιατί η μοίρα με την οποία με απειλεί είναι χειρότερη από την απώλεια χρημάτων, κάτι που μπορώ να το ανεχτώ. Αναγνωρίζω ότι ασκεί δύναμη επάνω μου, αλλά δύσκολα θα υποθέσω ότι έχει εξουσία, δηλαδή ότι έχει το δικαίωμα να απαιτεί τα λεφτά μου και ότι έχω την υποχρέωση να του τα δώσω.
Όταν η κυβέρνηση μου ζητά φόρους, από την άλλη, τους πληρώνω (φυσιολογικά) ακόμη κι αν δεν το θέλω και ακόμη κι αν σκέφτομαι πως μπορώ να ξεφύγω χωρίς να πληρώσω.
Είναι άλλωστε η δεόντως συσταθείσα κυβέρνηση και συνεπώς έχει το δικαίωμα να με φορολογήσει. Έχει εξουσία επάνω μου.
Μερικές φορές, βεβαίως, εξαπατώ την κυβέρνηση, αλλά ακόμη κι έτσι, αναγνωρίζοντας την εξουσία της, ποιος θα μιλήσει για "εξαπάτηση" ενός κλέφτη;

Ένα από τα ζητήματα στα οποία πρέπει να απαντήσει η πολιτική φιλοσοφία είναι αν υπάρχει κάποιο όριο στο εύρος των υποθέσεων επί των οποίων ένα δίκαιο κράτος έχει εξουσία.
Όταν διατάζομαι να κάνω κάτι, μπορεί να επιλέξω να συμμορφωθώ ακόμη κι αν δεν έχω απειληθεί, γιατί φτάνω να πιστέψω ότι είναι κάτι που οφείλω να κάνω.
Αν αυτή είναι η περίπτωση, τότε, μιλώντας πιο συγκεκριμένα, δεν υπακούω μια προσταγή, αλλά μάλλον αναγνωρίζω την ισχύ ενός επιχειρήματος ή το δίκαιο μιας εντολής.

Σήμερα, σε έναν κόσμο γραφειοκρατικών στρατών και θεσμοθετημένων θρησκειών, όταν οι βασιλιάδες είναι λίγοι στον αριθμό και οι γραμμές των προφητών έχουν αραιώσει, η εξουσία δίνεται σε εκείνους που κατέχουν επίσημες θέσεις.
Το ότι κάτι γινόταν πάντοτε με ένα συγκεκριμένο τρόπο, σημαίνει για τους ανθρώπους ότι είναι ο τέλειος λόγος για να συνεχίσουν να το κάνουν με αυτόν τον τρόπο.
Γιατί πρέπει να υπακούμε σε ένα βασιλιά; Γιατί πάντοτε υπακούσαμε στους βασιλιάδες.
Αλλά γιατί πρέπει ο μεγαλύτερος γιος του βασιλιά να γίνεται με τη σειρά του βασιλιάς;
Γιατί οι μεγαλύτεροι γιοι πάντοτε κληρονομούσαν το θρόνο.
Η δύναμη της παράδοσης είναι τόσο βαθιά χαραγμένη στα μυαλά των ανθρώπων, που ακόμη και μια μελέτη της βίαιης και τυχαίας καταγωγής μιας κυρίαρχης οικογένειας δεν αδυνατίζει την εξουσία της στα μάτια των υπηκόων της.
Η υπακοή δεν έχει να κάνει με το αν κάνεις αυτό που κάποιος σου λέει να κάνεις.
Αλλά με το ότι κάνεις αυτό που σου λέει να κάνεις, επειδή σου το λέει να το κάνεις.

Πιο συχνά η απλή θέα μιας στολής αρκεί για να μας κάνει να αισθανόμαστε ότι ο άνθρωπος που τη φορά έχει το δικαίωμα να τον υπακούουν.
Ότι οι άνθρωποι αποδέχονται τις αξιώσεις της υπέρτατης εξουσίας είναι σαφές.
Ότι όμως οι άνθρωποι οφείλουν να αποδέχονται τις αξιώσεις της υπέρτατης εξουσίας, δεν είναι τόσο προφανές.
Συνεπώς η πρώτη μας ερώτηση πρέπει να είναι, κάτω από ποιες συνθήκες και για ποιους λόγους ένας άνθρωπος έχει υπέρτατη εξουσία πάνω σε έναν άλλο;

Η έννοια της Αυτονομίας

Αφού ο υπεύθυνος άνθρωπος καταλήγει σε ηθικές αποφάσεις τις οποίες εκφράζει στον εαυτό του με τη μορφή των επιτακτικών εντολών, μπορούμε να πούμε ότι δίνει νόμους στον εαυτό του, ή ότι αυτονομοθετείται.

Εν συντομία, είναι αυτόνομος.
Όπως υποστήριζε ο Καντ, η ηθική αυτονομία είναι ένας συνδυασμός ελευθερίας και υπευθυνότητας, είναι η υποταγή σε νόμους τους οποίους κάποιος έχει φτιάξει για τον εαυτό του.
Ο αυτόνομος άνθρωπος, στο βαθμό που είναι αυτόνομος, δεν υπόκειται στη θέληση του άλλου. Μπορεί να κάνει αυτό που του λέει ο άλλος, αλλά όχι γιατί του είπε να το κάνει
Είναι συνεπώς, με την πολιτική έννοια της λέξης, ελεύθερος.
Επειδή η ηθική αυτονομία είναι απλά η συνθήκη ανάληψης της πλήρους ευθύνης για τις ενέργειες κάποιου, σημαίνει ότι οι άνθρωποι μπορεί να χάσουν την αυτονομία τους εθελουσίως.
Δηλαδή ένας άνθρωπος μπορεί να αποφασίσει να υπακούσει στις προσταγές ενός άλλου, χωρίς να κάνει καμιά προσπάθεια να καθορίζει για τον εαυτό του αν αυτό που τον διατάζουν είναι καλό ή φρόνιμο.
Αν βρίσκομαι σε ένα βυθιζόμενο καράβι και ο καπετάνιος δίνει οδηγίες για να μπούμε στις σωσίβιες λέμβους, και όλοι οι άλλοι υπακούουν στον καπετάνιο επειδή είναι ο καπετάνιος, μπορεί να αποφασίσω ότι υπό αυτές τις συνθήκες θα ήταν καλύτερο να κάνω αυτό που λέει, αφότου η σύγχυση που θα προκαλούσε η ανυπακοή μου θα ήταν γενικότερα επιζήμια.
Αλλά στο βαθμό που παίρνω μια τέτοια απόφαση, δεν υπακούω στην προσταγή του, δηλαδή, δεν του αναγνωρίζω ότι έχει εξουσία επάνω μου.
Θα πάρω την ίδια απόφαση, για ακριβώς τους ίδιους λόγους, αν κάποιος από τους επιβάτες αρχίσει να δίνει "οδηγίες" και περιμένει, μέσα στη σύγχυση, να εκτελεστούν.

Στην πολιτική, όπως γενικότερα στη ζωή, οι άνθρωποι χάνουν συχνά την αυτονομία τους.
Υπάρχει ένας αριθμός αιτίων για αυτό και επίσης ένας αριθμός επιχειρημάτων που προσφέρονται για να δικαιολογηθεί κάτι τέτοιο.
Οι περισσότεροι άνθρωποι, όπως έχουμε ήδη σημειώσει, αισθάνονται τόσο ισχυρή τη δύναμη της παράδοσης ή της γραφειοκρατίας, που αποδέχονται ασυλλόγιστα τις εξουσιαστικές αξιώσεις των κατά όνομα κυριάρχων τους.
Είναι σπάνιο το άτομο στην ιστορία της φυλής που φτάνει μέχρι το σημείο να διερωτάται για το δίκαιο των αφεντάδων του να διατάζουν και για το καθήκον του ίδιου και των συνανθρώπων του να υπακούουν.
Αμέσως μόλις τεθεί το επικίνδυνο ερώτημα, όμως, μια ποικιλία επιχειρημάτων μπορεί να μπει στη συζήτηση για να δείξει την εξουσία των κυρίαρχων.
Ανάμεσα στους πιο παλιούς είναι ο ισχυρισμός του Πλάτωνα ότι οι άνθρωποι πρέπει να υπακούουν στην εξουσία εκείνων με την ανώτερη γνώση, σοφία ή οξυδέρκεια.
Μια εκλεπτυσμένη σύγχρονη εκδοχή λέει ότι το εκπαιδευμένο τμήμα ενός δημοκρατικού πληθυσμού είναι πιθανότερο να είναι ενεργό πολιτικά και ότι επίσης είναι σωστό για το κακώς πληροφορημένο τμήμα του εκλογικού σώματος να παραμένει παθητικό, αφότου η είσοδος του στην πολιτική αρένα το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να υποστηρίξει τις προσπάθειες των δημαγωγών και των εξτρεμιστών.
Ένας αριθμός πολιτικών επιστημόνων έχει φτάσει τόσο μακριά ώστε να ισχυρίζεται ότι η απάθεια των αμερικανικών μαζών είναι η αιτία για τη σταθερότητα και άρα κάτι το καλό.
Υπάρχουν μεγάλα, ίσως ανυπέρβλητα, εμπόδια στην επίτευξη μιας ολοκληρωμένης και ορθολογικής αυτονομίας στον σύγχρονο κόσμο.
Παρόλα αυτά, όσο αναγνωρίζουμε μέσα μας τη δύναμη του λόγου, πρέπει να αναγνωρίζουμε επίσης τη συνεχή υποχρέωση να είμαστε οι ίδιοι που εκφέρουμε τέτοιες προσταγές στις οποίες θα μπορούμε να υπακούσουμε.
Το παράδοξο της κατάστασης του ανθρώπου στον σύγχρονο κόσμο είναι ότι όσο περισσότερο αναγνωρίζει το δικαίωμα και το καθήκον να είναι ο ίδιος αφέντης του εαυτού του, τόσο πιο πολύ γίνεται εντελώς το παθητικό αντικείμενο μιας τεχνολογίας και μιας γραφειοκρατίας, τις πολυπλοκότητες των οποίων δεν μπορεί να ελπίζει ότι θα κατανοήσει.

Σύγκρουση Εξουσίας-Αυτονομίας


Το καθοριστικό χαρακτηριστικό του κράτους είναι η εξουσία, το δικαίωμα να άρχει.

Η πρωταρχική υποχρέωση του ανθρώπου είναι η αυτονομία, η άρνησή του να άρχεται.
Τώρα, βεβαίως, ένας αναρχικός μπορεί να αναγνωρίζει την ανάγκη να συμμορφωθεί με τον νόμο σε συγκεκριμένες συνθήκες, ή για κάποιο καιρό.
Μπορεί ακόμη να αμφιβάλλει ότι υπάρχει πράγματι κάποια προοπτική εξαφάνισης του κράτους ως ανθρώπινου θεσμού.
Αλλά ποτέ δεν θα θεωρήσει τις διαταγές του Κράτους σαν νόμιμες, ότι διαθέτουν μια δεσμευτική ηθική δύναμη.
Με μια έννοια, μπορούμε να χαρακτηρίσουμε τον αναρχικό σαν ένα άνθρωπο χωρίς χώρα, αφού παρά τους δεσμούς του με τη γη της παιδικής του ηλικίας, έχει ακριβώς την ίδια ηθική σχέση με την κυβέρνησή "του", όπως με την κυβέρνηση οποιασδήποτε άλλης χώρας στην οποία μπορεί να τύχει να μείνει για κάποιο καιρό.

Αν όλοι οι άνθρωποι έχουν τη συνεχή υποχρέωση να πετύχουν τον υψηλότερο βαθμό της δυνατής αυτονομίας, τότε προκύπτει ότι δεν υπάρχει Κράτος οι υπήκοοι του οποίου να έχουν ηθική υποχρέωση να υπακούουν στις διαταγές του.
Εφεξής, η έννοια του de jure νόμιμου Κράτους θα εμφανιστεί να είναι κενή και ο φιλοσοφικός Αναρχισμός θα φαίνεται η μοναδική λογική, πολιτική πίστη για κάθε φωτισμένο άνθρωπο.

11 σχόλια:

  1. Απλά εξαιρετικό,πως είναι δυνατόν να μην συμφωνήσει κανείς με τα γραφόμενα,ασχέτως ιδεολογίας,πολιτικής επιλογής και τα σχετικά.
    Μερικές φορές προσπαθείς να βάλεις σε τάξη τις σκέψεις σου και δεν μπορείς,οι γνώσεις σου είναι λίγες,πάντα είναι,ύστερα διαβάζεις ένα τέτοιο κείμενο και μερικά ακόμα πράγματα ξεκαθαρίζονται.Θα πρέπει να διαβάσω όλο το βιβλίο...χαιρετώ..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Καλησπέρα αναρχόβλαχος Πλοσο συμφωνώ με τα λεγόμενά σου: "Μερικές φορές προσπαθείς να βάλεις σε τάξη τις σκέψεις σου και δεν μπορείς,οι γνώσεις σου είναι λίγες,πάντα είναι,ύστερα διαβάζεις ένα τέτοιο κείμενο και μερικά ακόμα πράγματα ξεκαθαρίζονται."

    Πόσο δίκιο έχεις. Έτσι ακριβώς είναι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. "Υπάρχουν μεγάλα, ίσως α ν υ π έ ρ β λ η τ α, εμπόδια στην επίτευξη μιας ολοκληρωμένης και ορθολογικής αυτονομίας στον σύγχρονο κόσμο."

    "Τώρα, βεβαίως, ένας αναρχικός μπορεί να αναγνωρίζει την α ν ά γ κ η ν α σ υ μ μ ο ρ φ ω θ ε ί με τον νόμο σε συγκεκριμένες συνθήκες, ή για κάποιο καιρό."

    "Μπορεί ακόμη να αμφιβάλλει ότι υπάρχει πράγματι κάποια προοπτική εξαφάνισης του κράτους ως ανθρώπινου θεσμού."

    Προσέξτε αυτά τα τρία χωρία αποδομούν την δυνατότητα ύπαρξης και πραγματοποίησης της ελευθερίας. Η πονηρία της συγκεκριμένης ανάλυσης είναι ότι μπορεί πολύ εύκολα από αναρχικό μανιφέστο να γίνει το άλλοθι κάθε εξουσίας. Γι' αυτό άλλωστε αυτή η ανάλυση φοράει την στολή της πανεπιστημιακής έδρας και της ακαδημαϊκής αυθεντίας.

    Θα επανέλθω επί της ουσίας, αλλά η ανάλυση πάσχει και μπάζει από παντού. Μη βιαστείτε να υποθέσετε ότι δεν έπιασα το πνεύμα του κειμένου και αναρωτηθείτε, αν η Καντιανή θεμελίωση συνάδει με όσα συγκροτούν την πραγματικότητα της ανθρώπινης ζωής.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Kαλησπέρα Γιάνο

    Λες: "Προσέξτε αυτά τα τρία χωρία αποδομούν την δυνατότητα ύπαρξης και πραγματοποίησης της ελευθερίας. Η πονηρία της συγκεκριμένης ανάλυσης είναι ότι μπορεί πολύ εύκολα από αναρχικό μανιφέστο να γίνει το άλλοθι κάθε εξουσίας. Γι' αυτό άλλωστε αυτή η ανάλυση φοράει την στολή της πανεπιστημιακής έδρας και της ακαδημαϊκής αυθεντίας."

    Σε ό,τι αφορά το πρώτο χωρίο, είναι αλήθεια πως κάποιες φορές τα εμπόδια όντως φαίνονται ανυπέρβλητα, αν και ξέρουμε πως δεν είναι. Πάντως η αυτονομία στο σύγχρονο κόσμο είναι δύσκολο εγχείρημα, είτε μιλάμε για προσωπική είτε για κοινωνική. Το σίγουρο: όχι ακατόρθωτη.

    Σε ό,τι αφορά το δεύτερο χωρίο και αν ο συγγραφέας εννοεί ως νόμο κάποια πρακτική προσταγή που λόγω ιδιαίτερων συνθηκών επιβάλλεται να εφαρμοστεί, τότε νομίζω πως και ο αναρχικός θα εφαρμόσειτο "νόμο". Θα φέρω ένα παράδειγμα μάλλον λίγο ακραίο. Αν την επόμενη εβδομάδα, εδώ στα Πατήσια που μένω, εμφανιστεί κάποιος στραγγαλιστής και μέσα σε τρεις μέρες σκοτώσει 10 άτομα, το πιό πιθανό είναι πως την τέταρτη μέρα θα μείνω σπίτι τις βραδυνές ώρες ώστε να αποφύγω πιθανό κίνδυνο στραγγαλισμού. Αν παράλληλα το Κράτος εκδώσει οδηγία "απαγόρευσης της κυκλοφορίας στην περιοχή των Πατησίων κατά τις βραδυνές ώρες", δε σημαίνει πως επειδή αυτοπροσδιορίζομαι ως αναρχικός θα πρέπει να πάω κόντρα σε έναν "νόμο" που μου φαίνεται λογικός, αφού είναι κάτι που ήδη έχω επιλέξει να κάνω ο ίδιος.

    Σε ό,τι αφορά το τρίτο χωρίο. Ας μιλήσουμε ειλικρινά. Παρά τις σκέψεις και τις προσπάθειες που κάνει ο καθένας από εμάς, ποιός μπορεί να πει πως δεν έχει κάνει ποτέ αυτή τη σκέψη; Εγώ πάντως την έχω κάνει...

    Θσ συμφωνήσω πως μπορεί όντως αυτά τα τρία χωρία να τύχουν και της ανάγνωσης που επισημαίνεις και για έναν επιπλεόν λόγο όπως λες κι εσύ: Η Πανεπιστημιακή έδρα είναι μεγάλη Μυαλοπαγίδα. Εδώ θα συμφωνήσω. Δεν ξέρω όμως αν αυτό γίνεται επί σκοπώ. Μπορεί...

    Σε ό,τι αφορά τον Καντ, δεν γνωρίζω σε ποιό κομμάτι της φιλοσοφίας του αναφέρεσαι. Στην κριτική του θεωρία, σε αυτή της διαρκούς ειρήνης, στη θεωρητική λειτουργία της γνώσης, στην πρακτική λειτουργία της βούλησης, στην άποψη του για τη Δημοκρατία και τη σχέση Πολιτικής και Ηθικής, στη θεωρία του περι Κράτους και περί των πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων που έρχονται από τα πάνω ακυρώνοντας έτσι τους Λαϊκούς αγώνες ή γενικά στο ύφος και την ουσία της φιλοσοφικής του θεώρησης;

    Περιμένω εναγωνίως -και το εννοώ- τα σχόλια σου.
    Σε χαιρετώ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Φίλε Ελευθεριακέ, ευχαριστώ ειλικρινά και χαίρομαι – για να σου ανταποδώσω την φιλοφρόνηση – που δίνεις αφορμή για τέτοιες συζητήσεις.

    Σχετικά με την καντιανή θεμελίωση, που ανέφερα στο προηγούμενο, εννοώ τη θεμελίωση της ανάλυσης, που επιχειρεί το κείμενο, στην έννοια της ηθικής αυτονομίας και της κατηγορικής προσταγής. («Αφού ο υπεύθυνος άνθρωπος καταλήγει σε ηθικές αποφάσεις τις οποίες εκφράζει στον εαυτό του με τη μορφή των επιτακτικών εντολών, μπορούμε να πούμε ότι δίνει νόμους στον εαυτό του, ή ότι αυτονομοθετείται. Εν συντομία, είναι αυτόνομος. Όπως υποστήριζε ο Καντ, η ηθική αυτονομία είναι ένας συνδυασμός ελευθερίας και υπευθυνότητας, είναι η υποταγή σε νόμους τους οποίους κάποιος έχει φτιάξει για τον εαυτό του.»)

    Επειδή το θέμα είναι η αυτονομία κι επειδή το απλό είναι δύσκολο μαζί και όμορφο (προβληματίστηκα πολύ για το πώς η συντομία, που επιβάλλει ένα σχόλιο, δεν θα θίξει τη σαφήνεια), θα ξεκινήσω από το μότο που υπάρχει στο προφίλ σου: «Προσπαθώ να ανακαλύψω ποιά από τα πιστεύω μου έχουν ετεροκαθοριστεί. Θέλω να διατηρήσω την αυτονομία του νου μου ως το τέλος.» Λαμβάνοντας μια ακραία θέση, θα επιχειρήσω μια ρήξη με το νόημα της πρότασής σου και θα πω: Όλα τα πιστεύω σου έχουν ετεροκαθοριστεί. Η αρχή και το τέλος της αυτονομίας του νου σου βρίσκονται έξω από σένα, στο άλλο, στο έτερον, στο «διαφορετικό». ( Μια σημείωση, αν και νομίζω πως δε χρειάζεται, δεν έχει επιθετικό και προσβλητικό χαρακτήρα αυτό που λέω.)

    Πώς νομίζω ότι τα πιστεύω, οι γνώμες, οι γνώσεις, όλα τα διανοητικά περιεχόμενα, όλα με μια κουβέντα τα «λεγόμενα» ετερο-καθορίζονται, υπάρχουν ετερό-νομα; Πώς ισχυρίζομαι ότι η αυτονομία, και εν τέλει η Ελευθερία , ορίζονται μόνο στους κόλπους μιας κατ’ αρχήν ετερονομίας; Είναι η ριζική διαφορά μου από τον ορισμό του Λόγου ως ratio αυτή που μου το επιτρέπει. Είναι η ρήξη με τη «λογικοκρατία», που σε σχόλιο προηγούμενης ανάρτησης έχω αναφέρει, (ρήξη που δεν αποτελεί παραχώρηση στον «ανορθολογισμό» πάντως), αυτή που μου το επιβάλλει.

    Ας παρατηρήσουμε τη σκέψη, ως μια δύναμη του νου, και τα περιεχόμενά της, ας κοιτάξουμε το περίφημο καρτεσιανό cogito, ας δούμε όλα τα λογικά περιεχόμενα, όλα τα λεγόμενα και το καθεστώς των λεγομένων, υπάγονται σε νόμους εσωτερικούς; Υπάγονται (μέχρι στιγμής είμαστε στο λόγο-ratio). Στηρίζονται αυτοί οι νόμοι σε τίποτα ή όχι; Στηρίζονται, στις λογικές αρχές (είμαστε στις παρυφές του λόγου-ratio). Ας πάρουμε την πρώτη: Α=Α, η αρχή της μη αντιφάσεως. Ως λογική αρχή είναι λογικώς αναπόδεικτη – αφού, για να υπάρξει απόδειξη, πρέπει να ισχύει αυτή η αρχή – (έχουμε εξαντλήσει το λόγο- ratio). Είναι η αρχή αυτή, όμως, εντελώς αθεμελίωτη σε κάτι άλλο, σε κάτι έξω από τη σκέψη, το cogito, το νου και τον εαυτό (την ατομικότητα); Όχι, δεν είναι τελείως αναπόδεικτη η αρχή των αποδείξεων, αποδεικνύεται, αλλά όχι αυτό-νομα, όχι παραμένοντας εσωτερική λογικοκρατική πραγματικότητα. Αποδεικνύεται αλλά ανασκευαστικά, σε διάλογο δηλαδή. Να μια παραγκωνισμένη αριστοτελική διατύπωση σε μετάφραση: «Αφετηρία για κάθε ανασκευαστικό επιχείρημα (σ.σ. η κουβέντα είναι για την ανασκευαστική απόδειξη της λογικής αρχής) δεν είναι να απαιτήσουμε από κάποιον να πει ότι κάτι είναι ή δεν είναι (διότι αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί ως λήψη του ζητουμένου), αλλά να λέει τουλάχιστον κάτι, που να έχει μια σημασία, στον εαυτό του ή σε άλλον, γιατί αυτό είναι αναγκαίο, αν είναι να λέει κάτι. Ει δε μη, δεν θα μπορούσε σε ένα τέτοιον άνθρωπο να υπάρχει λ ό γ ο ς , ούτε από τον ίδιο προς τον εαυτό του ούτε προς άλλον.» [Μετά τα Φυσικά, Γ4 1006 18-24]. Η «απόδειξη» της λογικής αρχής κείται εξ ολοκλήρου εκτός του λόγου-ratio και όλη η θεμελίωση της λογικότητας βρίσκεται στη σημασία (το σημαίνειν του πρωτοτύπου) ως αναφορικότητα, βρίσκεται στο λόγο ως πραγματική-εξωτερική σχέση ενός προς άλλον, τινός προς έτερον.

    (συνεχίζεται)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. (συνέχεια στο προηγούμενο)

    Τι σχέση έχουν αυτά με την αυτονομία όμως; Αν κάθε «λεγόμενο» θεμελιώνεται στη λογική αρχή, κι αν η λογική αρχή σε μια μη λογική – με τη στενή έννοια – αλλά λεκτική σχέση, που εμφανίζεται ως σχέση ενός προς άλλον, τότε η ετερότητα (η ιδιότητα αυτού του άλλου να είναι άλλος) είναι η κατ’ αρχήν ετερονομία του λόγου και κάθε λεγομένου. Άρα και όλων των γνωμών, των γνώσεων και των πιστεύω. (Ενδεικτικό αυτής της ετερονομίας είναι το παράδειγμα της γλώσσας: αν εσύ πιστεύεις κάτι για ένα πράγμα, ας πούμε τη θάλασσα (για να μιλήσουμε για ένα συγκεκριμένο και πολυθρύλητο), πάντως αυτό σου το πιστεύω, όσο μοναδικό και πρωτότυπο κι αν είναι, ετεροκαθορίζεται στο βαθμό που μιλάς γι’ αυτό που λέμε θάλασσα.) Ο άλλος ως εγγυητής, κατά κάποιο τρόπο, της σημασίας, ως σύντροφος στη σχέση επικοινωνίας και διαλόγου, γίνεται μια άλλη αρχή έξω από σένα τον ίδιο. Είναι η κοινωνία του λόγου, λοιπόν, που σε καθιστά έλλογο και που ετεροκαθορίζει έτσι κάθε σου σκέψη.

    Πώς όμως αυτή η ετερονομία γίνεται το πεδίο εμφάνισης, ύπαρξης, εγκαθίδρυσης και νομιμοποίησης της αντιεξουσιαστικής αυτονομίας, της πραγματικότητας του αυτεξουσίου και της δικαιωματικής πολιτικής ελευθερίας; (Δεν το προχωρώ στην υπαρξιακή ελευθερία, γιατί ήδη έχω απλώσει ένα «σεντονάκι», κι έχω να πω μερικά ακόμα. Πάντως προχωράει και μέχρι την απόλυτη υπαρκτική Ελευθερία της αποδεσμεύσεως από την Ανάγκη και παρά πέρα.) Να πώς:
    Αν προσπαθήσουμε να παρατηρήσουμε τη σχέση ενός προς άλλον, την οποία συναντήσαμε να θεμελιώνει τη λογική αρχή και άρα τη λογικότητα, το καθεστώς (κακόηχη λέξη, αλλά τι να κάνουμε, είναι ένα είδος τάξης η σκέψη), με μια κουβέντα, όλων των λεγομένων, και αν επικεντρώσουμε το ενδιαφέρον μας σε εκείνον τον ένα ή εκείνον τον άλλο της σχέσης, τότε θα παρατηρήσουμε ένα παράδοξο. Δεν μπορούμε να πούμε τίποτα λογικό ,ή απλώς που να έχει μια σημασία, για κείνον τον ένα και κείνον τον άλλο. Και δεν μπορούμε, γιατί αυτοί αποτελούν τους όρους και μόνο μιας σχέσεως που θεμελιώνει τη λογική και τη σκέψη. Η πραγματικότητα της σχέσης τους θεμελιώνει τη δυνατότητα της λογικής και της σκέψης. Και συνεπώς τους απαλλάσσει από κάθε ιδιότητα, η οποία θα μπορούσε να τους αποδοθεί λογικά. Τους αφήνει τελείως ελεύθερους από κάθε προσδιορισμό και προκαθορισμό λογικοκρατικό, να πραγματώσουν τη σχέση λόγου βασισμένοι μόνο στη δύναμη συμ-μετοχής στην κοινωνία του λόγου τους. Δεν σημαίνει, βέβαια, αυτό ότι θα ανακαλύψουν μόνοι τους, σαν να είναι μόνοι επί της γης, όλες τις σημασίες, τα νοήματα και τη γλώσσα. Αλλά σημαίνει ότι κανείς δεν μπορεί πραγματικά να τους ορίζει αυτές τις σημασίες, τα νοήματα και τη γλώσσα έξωθεν και ερήμην της σχέσης τους (αυτών και όλων των «ομο-λόγων» τους), είναι δηλαδή αυτεξούσιοι. Είναι, δεν πρέπει να γίνουν. Πρέπει μόνο να το ξέρουν.

    (συνεχίζεται)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. (συνέχεια στο προηγούμενο)

    Κάθε εξουσία, λοιπόν, έξω από τους ίδιους είναι σφετεριστική, ως απόπειρα καταργήσεως της φυσικότητας και πραγματικότητας της θεμελιώδους σχέσης τους και του αυτεξουσίου τους να διαμορφώνουν αυτή τους την κοινωνία ελεύθερα. Προσπαθεί δηλαδή η εξουσία να εγείρει ένα δήθεν πιο θεμελιώδες πρόταγμα, προκειμένου να διαμεσολαβήσει τη σχέση τους και να γίνει προς όφελός της ο ρυθμιστής της κοινωνίας τους. Το πρόταγμα αυτό είναι τις πιο πολλές φορές (και πάντως είναι σήμερα) λογικοκρατικό. Είναι αυτό που αλλού ανέφερα ως την δήθεν κατοχή της αλήθειας, την οποία η εξουσία επικαλείται για να υποδουλώνει. Συνεπώς, η διεκδίκηση της αυτονομίας τους απ’ αυτή την εξουσία, που θέλει να τους ετεροκαθορίζει, είναι νόμιμη και αναγκαία. Αρκεί να είναι «από κοινού», συλλογική. Να είναι επανάσταση. (Η ατομικότητα, που τόσο στηρίζει την ιδιωτικότητα στις μέρες μας, είναι μια φαντασία, ένα πλάσμα της λογικοκρατίας και μια αλάνθαστη εξουσιαστική συνταγή, γιατί εφαρμόζει στο έπακρον εκείνο το «διαίρει και βασίλευε». Το άτομο είναι το άκρον άωτον αυτής της διαιρέσεως, είναι ο ιδιώτης. Κάθε συνειδητός υπέρμαχος της άκρας ατομικής αυτονομίας, καθίσταται αναπόφευκτα αρωγός του εξουσιαστικού μηχανισμού. Ο άνθρωπος είναι πρόσωπο που ελεύθερα συμμετέχει, κοινωνεί, σκέφτεται, δρα και πράττει στο πλαίσιο όμως των σχέσεών του με τον άλλον. Και δεν είναι άτομο μεμονωμένο, δεν είναι αριθμός και δεν είναι ο αντικειμενικός ορισμός κάποιου λογικοκρατικού μοντέλου για το πράγμα άνθρωπος.)

    Σταματώ εδώ. Αν και μακρηγόρησα, ελπίζω να μην κούρασα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Γειά χαρά Γιάνο
    Λες: "Λαμβάνοντας μια ακραία θέση, θα επιχειρήσω μια ρήξη με το νόημα της πρότασής σου και θα πω: Όλα τα πιστεύω σου έχουν ετεροκαθοριστεί. Η αρχή και το τέλος της αυτονομίας του νου σου βρίσκονται έξω από σένα, στο άλλο, στο έτερον, στο «διαφορετικό»."

    Δε θα διαφωνήσω μαζί σου, έχεις απόλυτο δίκιο. Δεν είναι ακραία θέση, είναι λογική και για αυτό ισχύουσα. Αντιλαμβάνεσαι πως δεν εννοώ την αυτονομία του νου μου ως κάτι εφικτό, διότι είναι ανέφικτο. Πρόκειται για αυτονομία μέσα στην ετερονομία. Και αυτή τη στιγμή που επικοινωνούμε, ετεροκαθορίζομαι από εσένα κι εσύ όταν θα διαβάσεις το σχόλιο μου από εμένα.
    Εφικτό είναι να επιλέγεις, ως επί το πλείστον, ποιες θα είναι οι πηγές του ετεροκαθορισμού σου, προσπαθώντας έτσι να διατηρήσεις μια αυτονομία του νου σου έστω και ετεροκαθοριζόμενη (αφού δε γίνεται αλλιώς). Οι πηγές σημασιοδοτούν την αυτονομία του νου, τηρουμένων των αναλογιών πάντα.

    Λες: "Είναι η κοινωνία του λόγου, λοιπόν, που σε καθιστά έλλογο και που ετεροκαθορίζει έτσι κάθε σου σκέψη."

    Πολύ σωστό. Και επειδή η συνέχεια της απάντησής σου στηρίζεται σε αυτό, πιστεύω πως έχεις δίκιο και σε όλα τα υπόλοιπα περί ιδιώτευσης και εξουσιαστικής λογικής, περί καθορισμού της σκέψης μας από το έτερο Ά λ λ ο (ό,τι κι αν συμπεριλαμβάνει αυτό), περί λογικοκρατίας.
    Δεν είμαι σίγουρος ακόμα, πάντως, ότι ο συγγραφέας έχει πρόθεση να αποκόψει την επίτευξη αυτονομίας από το κοινωνικό περιβάλλον. Το λέω αυτό γιατί στα ελληνικά έχει μεταφραστεί ένα κομμάτι (Εξουσία και Αυτονομία ) από το βιβλίο του «Προς Υπεράσπιση του Αναρχισμού» και από εκεί τα αποσπάσματα. Μπορεί όμως και να έχεις δίκιο, δεν το ξέρω καθολου.
    Σε ευχαριστώ για την προσοχή.
    Αναμένω απάντηση

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. " Με μια έννοια, μπορούμε να χαρακτηρίσουμε τον αναρχικό σαν ένα άνθρωπο χωρίς χώρα, αφού παρά τους δεσμούς του με τη γη της παιδικής του ηλικίας, έχει ακριβώς την ίδια ηθική σχέση με την κυβέρνησή «του», όπως με την κυβέρνηση οποιασδήποτε άλλης χώρας στην οποία μπορεί να τύχει να μείνει για κάποιο καιρό."

    Θέλω να σχολιάσω αυτό το σημείο.
    Θα μπορούσε να συμφωνήσει κανείς, με την προϋπόθεση ότι "χώρα" εννοείται εδώ η επικράτεια στην οποία ασκεί την κυριαρχία της μια εξουσιαστική οργάνωση, όπως ένα σύγχρονο δυτικό κράτος. Θα συμφωνούσα, δηλαδή, αν η διατύπωση αποτελεί αντίθεση στην ισοπέδωση που είναι ο χωρισμός των ανθρώπων με σύνορα και τεχνητούς δικαιοδοτικούς μηχανισμούς. Θα συμφωνούσα, αν αυτό που υπερασπίζεται το απόσπασμα είναι η οικουμενική διάσταση της προσωπικής ετερότητας κάθε ανθρώπου, ετερότητα (έχουμε συνηθίσει «διαφορετικότητα») η οποία είναι ο μόνος, κατά τη γνώμη μου, «τόπος» όπου αναπτύσσεται πραγματικά η ηθική σχέση.

    Είναι, όμως, ο δεσμός που αναπτύσσει ένας άνθρωπος με την πραγματικότητα της «πατρίδας» του – μιας έννοιας που έχει γίνει αντικείμενο καπηλείας από ιδεολογήματα κάθε είδους – ένας ψυχολογικός δεσμός; Είναι ένας συναισθηματικός δεσμός «με τη γη της παιδικής του ηλικίας», με τις «ωραίες», ας πούμε, αναμνήσεις από οικογενειακές εκδρομές και σχολικές εκδηλώσεις; Είναι οι δεσμοί αυτοί κάτι σαν «το άλμπουμ με τις φωτογραφίες», ή μήπως είναι ο άνθρωπος ένας τουρίστας σε διακοπές (άραγε διακοπές από τι;), που περιφέρεται μόνος του κι αλλάζει τόπους διαμονής, σαν κανένας μεγαλοαστός άρρωστος, που ο γιατρός του συνέστησε ν’ αλλάξει αέρα; Ή είναι μια σχέση με τους πραγματικούς ανθρώπους γύρω του, με την αξία που είναι η γλώσσα, με την ίδια τη φυσική διάσταση της ζωής του; Τους πραγματικούς, με σάρκα και οστά, ανθρώπους κι όχι την εικονική τους σημερινή εκδοχή, όχι τον «δημοσκοπικό» και «στατιστικό» μέσο άνθρωπο (ο ένας στους δέκα Έλληνες είναι έτσι, οι δύο στους τρεις Ευρωπαίους κάνουν το άλλο και πάει λέγοντας). Η γλώσσα ως αξία, ως η φυσική και πολιτισμική σταθερά της σκέψης και της κοινωνίας. Η φυσική διάσταση της ζωής, ο όλος δηλαδή άνθρωπος, με τις ανάγκες και τις επιθυμίες του, με το στοχασμό και την Τέχνη, με τα τραγούδια και με τα κλάματα, με την καθημερινή δραστηριότητα και με τον Έρωτα.

    Θα μου πεις, αντιδικείς με το κείμενο. Αντιδικώ, γιατί νομίζω ότι η ανάλυση της αυτονομίας, που προτείνει, οδηγεί στον θλιβερά απομονωμένο και ουσιαστικά παρωπλισμένο ατομικό άνθρωπο, στο «αυτιστικό» και «αυτοαπασχολούμενο» αποκομμένο από κάθε σχέση κοινωνίας άτομο. Το ζήτημα, για μένα, δεν είναι πώς θα εξασφαλιστεί η έτσι κι αλλιώς υπαρκτή δυνατότητα του ανθρώπου να αποφασίζει κυριαρχικά (αυτεξουσίως) για τον εαυτό του, αλλά πώς θα απελευθερωθεί από τα τεχνητά δεσμά του εξουσιαστικού μηχανισμού, που τον καταδυναστεύουν, και πώς θα επαναστήσει (ή προτιμότερο θα επανασυστήσει) την ελεύθερη κοινωνία, η συμμετοχή στην οποία τον ολοκληρώνει, του αποδίδει την αξία του και τον αποκαθιστά στη δυνατότητα ελεύθερης επιδίωξης της «ευτυχισμένης» (ευδαίμονος) ζωής.

    Αντιδικώ γιατί αν αρνηθώ εξ ολοκλήρου την παράδοση, θα αρνηθώ το Ρήγα της προμετωπίδας και ό,τι γέννησε το Ρήγα. Τι λες κι εσύ;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Καλημέρα Γιάνο
    Θα συμφωνήσω με τα λεγόμενά σου, αν όντως είναι η μοναδική ανάγνωση του κειμένου. Έχω την εντύπωση πως ο συγγραφέας επικεντρώνεται σε αυτό που κι εσύ λες: Στην έννοια των τεχνητά δομημένων Εθνών-Κρατών, με τα σύνορά τους, τις Εθνικές απαιτήσεις τους, τους στρατούς τους κτλ. Κανείς δεν θέλει να αρνηθεί την παράδοση, αλλά επειδή είναι κάτι που παραδίδεται, κάτι ζωντανό, ένα σώμα με ανάγκες και καρδιακούς παλμούς στο παρόν, δεν μπορεί να γίνει ιδεολόγημα και εργαλείο συντριβής του έτερου, του άλλου.
    Σε ό,τι αφορά το Ρήγα κανείς μας από τους δύο μας -φαντάζομαι- δεν θέλει να τον αρνηθεί. Ακόμα και στην περίπτωση που τον κάνει προμετωπίδα ο Άδωνις Γεωργιάδης στο δικό του blog, θα ξέρω πως η Παράδοση αυτή δεν είναι δική του…
    Η αντιδικία σου με το κείμενο είναι πολύ χρήσιμη, γιατί έχει λογικά επιχειρήματα, οπότε παραμένει στο χώρο του Λόγου και αυτό είναι κάτι που λείπει.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. But it's possible to attempt to [url=http://lfcream.com]lifecell[/url] phrase is going about how exactly you'll find nothing it may do. lifecell In case you are like many individuals, these headers attract you into reading or at least http://lfcream.com good quality merchandise to the buyer.

    ΑπάντησηΔιαγραφή